"Εθνική Παλιγγενεσία" τα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτήν.

Δευ, 22/03/2021 - 17:14
Image
Το κείμενο που ακολουθεί, είναι προσωπική δουλειά,  του συντοπίτη μας, εκπαιδευτικού Γιάννη Κοκκινιά.
 
"Η πορεία των γεγονότων  που οδήγησαν  στην εθνική μας παλιγγενεσία"
 
Η ελληνική ιστορία πολλές φορές παρουσιάζεται από πολλούς σαν ένα ταμπλό βιβάν οπου συνδυάζονται και εξηγούνται τα γεγονότα με στόχο άλλοτε την εξιδανίκευση τους, άλλοτε την αποδόμηση τους κι άλλοτε την εξυπηρέτηση συμφερόντων. Περισσότερο ευρέως γνωστά σ’ όλους είναι τα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης ,απ’ ότι η περίοδος από τη λατινοκρατία ως την επανάσταση ,που είναι μια μακρά περίοδος αργής αλλά σταθερής εξέλιξης  και παράλληλα ένας αγώνας επιβίωσης του Ελληνικού Έθνους χωρίς διακοπές, υποχωρήσεις και «άγνωστους» πληθυσμούς στο γεωγραφικό του χώρο.
Μετά την Άλωση από τους Λατίνους το 1204 τα ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν αποτέλεσαν χώρο αφύπνισης εθνικού αισθήματος Ελληνισμού (σύνδεση αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς και χριστιανικής πίστης), οργανώθηκαν στρατιωτικά και πολιτικά, πρόκοψαν στην οικονομία και τον πολιτισμό και επιδόθηκαν σ’ έναν αγώνα για την ανάκτηση της Πόλης και την ανασύσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου και του Μυστρά κατάφεραν  να ανακτήσουν από τους Λατίνους πολλά κομμάτια της ηπειρωτικής Ελλάδας χρησιμοποιώντας τον ντόπιο Ελληνικό πληθυσμό και ιδιαίτερα τους Βλάχους και τους Αρβανίτες που είχαν ιδιαίτερη πολεμική παράδοση. Μετά την Δ΄ Σταυροφορία και την ανακατάληψη της Θεσσαλίας από το Δεσποτάτο της Ηπείρου, οι Βλάχοι και οι Αρβανίτες χρησιμοποιήθηκαν από τους Ηπειρώτες ως επίλεκτοι στρατιώτες κατά των αντιπάλων τους. Οι Βλάχοι ήταν αυτόχθονες Έλληνες - γλωσσικώς εκλατινισμένους από τους Ρωμαίους (αρομανικά) οι οποίοι ήταν φύλακες των συνόρων της αυτοκρατορίας και υπηρετούσαν ως μισθοφόροι στις τάξεις των ρωμαϊκών λεγεώνων. Ως πιθανή κοιτίδα των Βλάχων θεωρείται η περιοχή της Ρωμαϊκής Εγνατίας οδού όπου και συγκεντρώνονται οι περισσότεροι βλαχόφωνοι πληθυσμοί. Οι Αρβανίτες υπηρετούσαν στον βυζαντινό στρατό και η Δυναστεία των Παλαιολόγων τους χρησιμοποίησε συχνά σε πολλές στρατιωτικές εκστρατείες , ήταν ουσιαστικά Δωριείς Έλληνες Βορειοηπειρώτες χριστιανοί ορθόδοξοι, από την περιοχή που η Άννα Κομνηνή στο έργο της Αλεξιάδα το 1140 μ.Χ ονόμαζε  Άρβανoν (Δεσποτάτο Ηπείρου) «... Αυτού βαλλομένου απανταχόθεν, παρά των τε Αρβανιτώνκαλουμένων.[...] Την δε επίλοιπον πάσαν πόλιν τω εξ Αρβάνων ορμομένω Κομισκόρτη» ,μιλούσαν ένα γλωσσικό ιδίωμα της αρχαία ακατέργαστης ελληνικής  εκλατινισμένο (αρβανίτικα). Οι Αρβανίτες μετακινήθηκαν νοτιότερα μετά την Τουρκική κατάκτηση της πατρίδας τους και εγκαταστάθηκαν σποραδικά (συγκατοικώντας με τους ντόπιους Έλληνες) κυρίως στην κεντρική Ελλάδα (Αττικοβοιωτία, Εύβοια, Φθιώτιδα, Θεσσαλία και Πελοπόννησο) από το 1500 μ.Χ. Οι Βλάχοι και οι Αρβανίτες  φημίζονταν για τον ανυπότακτο χαρακτήρα τους και ήταν ψύχραιμοι και αγέρωχοι πολεμιστές, χάρη στον σκληρό νομαδικό βίο όσο και από την διαβίωσή τους υπό αντίξοες συνθήκες στα βουνά, ήταν οργανωμένοι σε φατρίες (έλληνες ορθόδοξοι, δίγλωσσοι μιλούσαν και τα Ελληνικά που ήταν και η γραπτή τους γλώσσα). Μετά την Άλωση της Πόλης 1453 οι περισσότεροι συμμετείχαν  στα μισθοφορικά έφιππα σώματα που δημιούργησαν οι Βενετοί, τα οποία ονομάζονταν «stradioti»  καθώς και στα κινήματα των βυζαντινών ελλήνων ευγενών όπως του  Κροκόδειλου Κλαδά (1425 - 1490) και του Μιχαήλ Ράλλη αξιωματικών στην υπηρεσία των Δεσποτών του Μυστρά, του Γεωργίου Αριανίτη Κομνηνού και του Γεωργίου Καστριώτη στην Ήπειρο. Ενδεικτικά η αναφορά του Χριστόφορου Περραιβού στην Ιστορία του Σουλίου και της Πάργας:
 «Δεν υπάρχει της αμφιβολίας ότι μετά τον θάνατον του Γεωργίου Καστριώτου ή Σκενδέρπει, η Ήπειρος υπέφερε σκληρότερον παρά την άλλην Ελλάδα, τυραννίαν υπό Μωάμεθ του δεύτερου και των διαδόχων του * διότι εφ’ όσον χρόνον εμάχετο ο ήρως Σκενδέρμπεις προς το Οθωμανικόν κράτος, η Ήπειρος εσυμμάχει πάντοτε μετ’ αυτού* διο μετά του θανάτου του την μεταχειρίσθησαν απανθρώπος οι Οθωμανοί»
 ( Ο Καστριώτης{Σκεντέρμπεης} παρέμεινε πιστός στην συμφωνηθείσα μεταξύ Βατικανού και Παλαιολόγων ένωση των εκκλησιών λαμβάνοντας τη συνδρομή του Πάπα στους αγώνες του πιθανό είναι ένας από τους λόγους που αγνοήθηκε από την μνήμη της επίσημης Ανατολική Εκκλησία και αργότερα από τους επίσημους ιστοριογράφους του Ελληνικού Κράτους παραδόξως για ορθόδοξο βυζαντινό ευγενή που μνημονευόταν από τους αγωνιστές του 1821.). Ο Κροκόδειλος Κλαδάς ανέλαβε στρατιωτική δράση στην περιοχή της Μάνης  καθώς μετά την Άλωση  πολλές αρχοντικές Βυζαντινές οικογένειες κατέφυγαν εκεί, αλλά επεκτάθηκε και στην Ήπειρο όπου οργάνωσε εξέγερση με τη βοήθεια Ιωάννη Καστριώτη του Β΄ οι δύο πολέμαρχοι, μαζί με Ηπειρώτες και Μανιάτες πολεμιστές επαναστάτησαν κατά των Οθωμανών. Η δράση του Κλαδά καλύπτει μια περίοδο σχεδόν 30 ετών του μέχρι το γδάρσιμό του από τους Τούρκους. Παράλληλα  η εποίκηση των πεδινών περιοχών και των αστικών κέντρων από τους Τούρκους  είχε ως αποτέλεσμα την ώθηση χριστιανικών πληθυσμών προς τις ημιορεινές και ορεινές περιοχές γεγονός  όπου δυσκόλευε την ολοκληρωτική κατάκτηση  σε σύγκριση με τις πεδινές περιοχές. Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Λάμπρος Κουτσονίκας στη Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης :
«εις τα πεδινάς επαρχίας Θράκης, Μακεδονίας και Θεσσαλίας, τους δε τα χωρία τούτα κατοικώντας Έλληνας απεδίωξαν* ούτοι δε αναγκασθέντες απεσύρθηκαν εις τα ορεινά μέρη. Οι ευτολμότεροι τούτων δράττοντες τα όπλα και συσσωματωμένοι περιήρχοντο κατατρέχοντες τους άρπαγες »
Στα 1425 ο Μουράτ Β' αναγνώρισε κάποια προνομίων στους ανυπότακτους κατοίκους των ορεινών περιοχών του Ολύμπου με κυριότερο τη δυνατότητα διατήρησης μίας ένοπλης πολιτοφυλακής αυτή ήταν η απαρχή της δημιουργίας του θεσμού των αρματολών που επισημοποιήθηκε με το αρματολίκι των Αγράφων που προέκυψε μετά από την συμφωνία στην οποία ήλθε ο Οθωμανός αρχιστράτηγος και Δερβέναγας με τους Αγραφιώτες, συμφωνία γνωστή ως συνθήκη του Ταμασίου, η οποία είχε υπογραφεί στις 10 Μαΐου 1525. Έτσι συγκροτήθηκε το πρώτο και μεγαλύτερο αρματολίκι των Βαλκανίων. Ο αρματολικός θεσμός επεκτάθηκε μετά τα Άγραφα από το 1529 από τον Ιμπραήμ πασά στρατηγό του Σουλεϊμάν και βεζίρη. Δημιουργήθηκαν δεκαεφτά αρματολίκια, όλα στην κεντρική ορεινή Ελλάδα, την ορεινή Θεσσαλία και ορισμένα στη Μακεδονία. Ο Θεόδωρος Μπούας Γρίβας(απόγονος του Πέτρου Μπούα , αξιωματούχου στην αυλή των Δεσποτών της Άρτας του Αγγελοκάστρου και του Μυστρά)  ήταν αρματωλός στην περιοχή της Βόνιτσας και του Λούρου και ανήκε στην φάρα των Μπουαίων. Το 1583, με την υποκίνηση των Βενετών που βρίσκονταν σε πόλεμο με την οθωμανική αυτοκρατορία, ξεκίνησε εξέγερση σφάζοντας Οθωμανούς στο Ξηρόμερο και τη Βόνιτσα. Πολέμησε τους Τούρκους στον Αχελώο, αλλά πληγώθηκε βαριά και αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Κατέφυγε στην Ιθάκη, όπου και υπέκυψε στα τραύματά του. Οι αρματολοί και οι κλέφτες συμμετείχαν σ’ όλες τις εξεγέρσεις που έγινα τα χρόνια τις τουρκοκρατίας 1583: Εξέγερση Βόνιτσας-Ξηρομέρου ,1596: Εξέγερση στη Χειμάρρα αρχιεπισκόπος Αχρίδος Αθανάσιο.,1600: Εξέγερση του μητροπολίτη Λαρίσης και Τρίκκης Διονύσιου ,1609: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1609 στην Κύπρο και τη Μάνη.,1611: Εξέγερση στην Ήπειρο από το Διονύσιο το Φιλόσοφο.,1659. Εξέγερση χωριών της Μεσσηνίας, Λακωνίας και Αρκαδίας με τη βοήθεια του ενετικού στόλου υπό τον Μοροζίνη ,1659 - 1667: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1659 στη Μάνη,1684 - 1688: Έκτος Βενετοτουρκικός πόλεμος και κατάληψη Αιτωλοακαρνανίας,. Πελοποννήσου και Αθηνών με αρχηγό τον Μοροζίνι. 1696 - 1699: Ελληνική επαναστατική απόπειρα 1696 από τον Γερακάρη και άλλους . 1705:Ημαθίας υπό τον Ζήση Καραδήμο, 1716: Μακεδονία  υπό τον μητροπολίτη Ζωσιμά Ρούση,1717: στην Ακαρνανία από τον Τσεκούρα,1749: στη Μακεδονία και τις Βόρειες Σποράδες,1766 - 1770: Ορλωφικά,1770 - 1771:Δασκαλογιάννης,1788 - 1792: Λάμπρος Κατσώνης και Ανδρέας Ανδρούτσος ,1806 - 1807:Νικοτσάρας, ,1808:Βλαχάβας. Ο Νικόλαος Κασομούλης προτάσσει την ιστορία του αρματολισμού και των εξεγέρσεων προεπαναστατικά στα “Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833”:
«μετά το θάνατο του περίφημού ήρωος Σκενδέρμπεη και τον εξολοθρεμό της οικογένειας του και των διαδόχων του, περί των οποίων σώζεται η ιστορία-όσο αι εάν εζητήσαμεν να μάθωμεν, ο χρόνος δεν μας άφησεν αξιομνημόνευτον τι στρατιωτικόν εις την Στερεάν Ελλάδα να γνωρίσωμεν θετικώς εάν τα Αρματωλίκια τα οποία εσώζοντο μέχρι της εποχής μας, είχον πηγήν την προ της εποχής αυτού του ήρωος ή εάν οι Καπιταναίοι τούτω καλούμενοι των οποίων η γενεαλογία έλαβεν μέρος εις την Επανάστασιν και διαρκούν μέχρι την σήμερον όπου γράφομεν, κατάγονται εκ των διαφόρων οπαδών του, ή εάν οι πρόγονοι των άνωθεν στρατιωτικοί λείψανα του στρατού του Βασιλείου μας όντες και διασκορπισθέντες έκτοτε, και μετά τον εξολοθρεμόν  του ήρωος τούτου και της γυναικός του οι επισημότεροι οπαδοί του κατέλαβον και κατείχον τας ορεινάς επαρχίας , και ωφελούμενοι από τας αλλεπάλληλας περιστάσεις των πολέμων μεταξύ χριστιανών βασιλέων της Ευρώπης και των Οθωμανων, ή επί των εκστρατειών των γειτόνων Ενετών, οίτινες κατείχον πολλά φρούρια εις την Ελλάδα μέχρι του 17ου αιώνος, και από την σύμβαση κατά της Αιτωλίας και Ακαρνανίας μέχρι της Φθιώτιδας διαρκήν εκστρατεία του 1692 εώς τα 1695 ή 96 έλβον την ευκαιρίαν να ενδυναμωθούν τα όπλα των, καθ’ ην εποχή των Οθωμανών το όνομα τα έτρεμον παντού και εις την ξηράν και εις τη θάλασσαν»
Στη Μάνη από το 1460 είχει διαμορφωθεί μια παγιωμένη κατάσταση, με την περιοχή της να μην ελέγχεται από τους Οθωμανούς συμμετείχε σ όλες της επαναστάσεις και μετά την αποτυχημένη επανάσταση των Ορλώφ  περιήλθε σ’ ένα καθεστώς ηγεμονίας (μπεηλίκη) με πλήρη εσωτερική αυτονομία, διοίκηση από αυτόχθονες, δικαίωμα οπλοφορίας, υποχρέωση καταβολής ενός ετήσιου φόρου  και διαχωρίστηκε διοικητικά από τον υπόλοιπο Μωριά με την απευθείας υπαγωγή της στον Καπουδάν Πασά (επικεφαλής του τουρκικού στόλου). Ξεχωριστή μνεία αποτελούν οι αγώνες του Σουλίου (1600-1803) υπάρχει και μια παράδοση των Μποτσαρέων από το Νότη Μπότσαρη :«Θανόντος του Σκεντέρμπεη οι Μποτσαραίοι μαχόμενοι προς Τούρκους και Τουρκαλβανούς, κατήλθον προς την Δράγανη. Κατά τας αρχάς δε του 17ου αιώνος ίδρυσαν με άλλους αδούλωτους Έλληνες την Σουλιώτικη Συμπολιτεία». Αξίζει να σημειωθεί ότι η Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας είχε δωρήσει σημαία στον Τούσια Μπότσαρη, που από τη μια πλευρά της απεικόνιζε τον άγιο Γεώργιο και από την άλλη τον άγιο Δημήτριο. Είχε την επιγραφή "ΑΠΟΓΟΝΗ ΠΗΡΟΥ (ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΠΥΡΡΟΥ). Αυτή ήταν η σημαία, κατά την έξοδο, στις 10 Απριλίου του 1826, των "Ελεύθερων Πολιορκημένων" του Μεσολογγίου.
Τα λόγια του Γέρου του Μωριά εξηγούν παραστατικότερα όλα τα παραπάνω: « Μίαν φοράν, ὅταν ἐπήραμεν τὸ Ναύπλιον, ἦλθε ὁ Ἅμιλτον νὰ μὲ ἰδεῖ· μοῦ εἶπε ὅτι: "πρέπει οἱ Ἕλληνες νὰ ζητήσουν συμβιβασμόν, καὶ ἡ Ἀγγλία νὰ μεσιτεύσει". Ἐγὼ τοῦ ἀποκρίθηκα ὅτι: "Αὐτὸ δὲν γίνεται ποτέ, ἐλευθερία ἢ θάνατος. Ἐμεῖς, Καπετὰν Ἅμιλτον, ποτὲ συμβιβασμὸν δὲν ἐκάμαμεν μὲ τοὺς Τούρκους. Ἄλλους ἔκοψε, ἄλλους ἐσκλάβωσε μὲ τὸ σπαθί καὶ ἄλλοι, καθὼς ἡμεῖς, ἐζούσαμεν ἐλεύθεροι ἀπὸ γενεὰ εἰς γενεά. Ὁ βασιλεὺς μας ἐσκοτώθη, καμμία συνθήκη δὲν ἔκαμε· ἡ φρουρά του εἶχε παντοτινὸν πόλεμον μὲ τοὺς Τούρκους καὶ δύο φρούρια ἦτον πάντοτε ἀνυπότακτα". Μὲ εἶπε: "Ποία εἶναι ἡ βασιλικὴ φρουρά του, ποῖα εἶναι τὰ φρούρια;" – "Ἡ φρουρὰ τοῦ Βασιλέως μας εἶναι οἱ λεγόμενοι Κλέφται, τὰ φρούρια ἡ Μάνη καὶ τὸ Σούλι καὶ τὰ βουνά". Ἔτζι δὲν μὲ ὁμίλησε πλέον».
Όσους αγώνες κι αν έκαναν οι Έλληνες δεν έφεραν αποτέλεσμα γιατί στον πόλεμο χρειάζεται οργάνωση χρήματα στρατιωτική πείρα όπλα και ίσους αριθμούς στρατιωτών στις μάχες εκ του συστάδην. Στην Ελλάδα, έγινε κάτι μοναδικό. αυτό το υπόδουλο Έθνος, σκλαβωμένο τετρακόσια χρόνια, μπόρεσε να κάνει δικό του στρατό, μέσα στο ίδιο το κράτος του καταχτητή κι  ετοίμασε τη λευτεριά του. Οι εξελίξεις του 18ου αιώνα οδήγησαν προς αυτή την κατεύθυνση. Η συνθήκη του Πασάροβιτς αποτελεί σημαντικό σταθμό σημαντικό σημείο της συνθήκης ήταν οι διομολογήσεις του Καρόλου δια των οποίων άρχισε δειλά - δειλά η οικονομική και εξ αυτής η πολιτική ζωή των Ελλήνων του ελλαδικού χώρου. Εξ αυτών των αρχικών διομολογήσεων των Αψβούργων επετράπη αμοιβαία στους υπηκόους των δύο Αυτοκρατοριών να ναυσιπλοούν ελεύθερα και να ασκήσουν ελεύθερο εμπόριο σε ξηρά και θάλασσα. Τα αμοιβαία αυτά εμπορικά προνόμια  έσπευσαν πρώτοι να επωφεληθούν οι Έλληνες καραβοκύρηδες επικυρώθηκαν επίσης με τη Συνθήκη του Βελιγραδίου (1739). Σημαντικό επίσης σημείο των διομολογήσεων ήταν ότι οι Μακεδόνες μπορούσαν πλέον ν΄ αποκτήσουν την αυστριακή υπηκοότητα με δικαίωμα διεξαγωγής εμπορίου στις υπό Οθωμανική κυριαρχία περιοχές. Η εκδήλωση της Ελληνικής Επαναστάσεως είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την οικονομική ανάπτυξη και πνευματική αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα. Η συσσώρευση πλούτου και η διάδοση των φιλελεύθερων και επαναστατικών μηνυμάτων της Ευρώπης στους Έλληνες οφείλεται κατά κύριο λόγο, στην ανάπτυξη της εμπορικής ναυτιλίας και υλοποιήθηκε από την τάξη των πλουσίων Ελλήνων εμπόρων . Στο τομέα των όπλων τα αρκεβούζια  με σύστημα πυροδότησης με φυτίλι είχε ποσοστό δυσχρηστίας της τάξης του 50%. Ο ρυθμός βολής του έφτανε τη μία βολή ανά λεπτό. Από το 1700 ωστόσο είχε αρχίσει η διαδικασία αντικατάστασης τους με τα πιο εξελιγμένα μουσκέτα συστήματος πυροδότησης με πυριτόλιθο. Τα τυφέκια με πυριτόλιθο τις ελαφριές κάννες και τα μικρά κοντάκια τα γνωστά καριοφίλια  ευνόησαν  και βοήθησαν σε σημαντικό βαθμό τους ικανούς έλληνες κλέφτες κι αρματωλούς το 18ο αιώνα ως την επανάσταση στοιχείο που αύξησε τη δράση τους και τη δυναμική τους απέναντι στους τούρκους . Στις αρχές του 19ου αιώνα οι Ναπολεόντιοι πόλεμοι ήταν το κομβικό σημείο ενδυνάμωσης της δύναμης των Ελλήνων.  Οι πόλεμοι βοήθησαν την ανάπτυξη και μιας άλλης  τάξης Ελλήνων  αυτής των ναυτικών οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν και διακρίθηκαν ιδιαίτερα στη διάσπαση του αποκλεισμού που είχαν επιβάλλει οι Άγγλοι στα γαλλικά λιμάνια , καθ' όλη τη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης, καθώς επίσης  και στη μεταφορά σιτηρών στη Μασσαλία. Ταυτόχρονα οι έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας συμμετείχαν στα βρετανικά σώματα των Επτανήσων. Τα πιο ονομαστά ελληνικά σώματα, υπό βρετανική διοίκηση ήταν το 1ο και 2ο Greek Light Infantry και το Σύνταγμα Εθελοντών Επτανησίων. Σε αυτό κατετάγησαν πολλοί Σουλιώτες και Μοραΐτες. Οι περισσότεροι των ανδρών ήταν εμπειροπόλεμοι αρματολοί και κλέφτες. Ανάμεσα τους ξεχώριζε η μορφή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο οποίος κατετάγη ως αξιωματικός και έφτασε στον βαθμό του ταγματάρχη Το τελευταίο ήταν το ισχυρότερο από όλα τα ελληνικά σώματα, φθάνοντας το 1810 να αριθμεί 4.000 άνδρες. Οι περισσότεροι από αυτούς πέρασαν στην Ελλάδα, με το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 και πολέμησαν αρχικά στη μάχη του Λάλα. Το σημαντικότερο γεγονός προεπαναστατικό που έδωσε σάρκα και οστά στην Ελληνική Επανάσταση ήταν η «εν Λευκάδι Συνέλευσις», η πρώτη επίσημη Προεπαναστατική Εθνική Συνέλευσις, με Όρκο των πιο σπουδαίων αγωνιστών του1821υπέρ της ανεξαρτησίας όχι μόνον της Λευκάδας, αλλά ολόκληρης της Ελλάδας. τα λόγια του  Αριστοτέλη  Βαλαωρίτη «Το μεγαλύτερον, το θαυμαστότερον, το ελληνικώτερον κατόρθωμα του αειμνήστου Καποδίστρια υπήρξεν η εν Λευκάδι συγκέντρωσις των ενδοξοτέρων καπετανάτων της Ρούμελης, και ο αδελφικός σύνδεσμος όστις προέκυψεν εκ της συγκεντρώσεως ταύτης μεταξύ των σημαντικοτέρων οπλαρχηγών της δουλωμένης Ελλάδος. Οι κλέφται μετεμορφώθησαν εις κλεφτουριάν, δηλαδή απέβαλον την ιδέαν της ατομικής κεχωρισμένης κατά των εχθρών αντιδράσεως και συνησπίσθησαν και συνετάχθησαν υπό την αρχηγίαν του Κατσαντώνη εις στρατόν εθνικόν, με έν και μόνον σύνθημα, άσπονδον κατά των τυράννων της πατρίδος πόλεμον, με ένα και μόνον σκοπόν, την απελευθέρωσιν της βασανιζομένης μητρός των».
Βέβαια η άποψη της απαγκίστρωσης από τη βοήθεια ξένων δυνάμεων για την απελευθέρωση, θέτοντας σαφείς στόχους αξιοποίησης των ελληνικών δυνάμεων της χερσονήσου του Αίμου με στόχο τη δημιουργία ελληνικού κράτους δικαίου στα πρότυπα του αρχαίου ελληνικού που αποτέλεσε ιδεολογική, πολιτική και στρατιωτική πηγή έμπνευσης της επανάστασης του 1821 εκφράστηκε και διαδόθηκε μέσα από το έργο του Ρήγα Φεραίου . Τα συντάγματα  των Εθνοσυνελεύσεων ήταν εμπνευσμένα από τις ιδέες του Ρήγα. Ο Γάλλος ιστορικός Φρανσουά Πουκεβίλ είχε γράψει: «...Οι Έλληνες πολεμούσαν έχοντας στα χείλη τους τις τρομερές στροφές του Ρήγα...» αλλά η άποψη  του Κολοκοτρώνη για τη συμβολή του Ρήγα είναι ξεκάθαρη στη Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής φυλής:
 «Ο Ρήγας Φεραίος  εστάθη ο μέγας ευεργέτης της φυλής μας, το μελάνι του θα είναι πολύτιμο ενώπιον Θεού, όσο το αίμα του άγιο, έγραψε τροπάρια άλλο σόι, που εβίαζαν τα 4 να συγγνωμίσουν, εδημοσίευσε και γεωγραφία του τόπου μας και εβλέπαμε τα Ολύμπια, άλλα παιγνίδια ελληνικά εις το ξαμίλι., είχε η γεωγραφία του ζωγραφισμένα και τα πρόσωπα των παλαιών σοφών και ηρώων –για να συμπληρώσει ο Γεώργιος Τερτσέτης στα «Προλεγόμενά της Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής φυλής» -"Ως πότε παλληκάρια να ζούμε στα στενά", από τα πολεμικά του τραγούδια το τελειότερο, περιέχει μίαν επιθεώρησιν των δυνάμεων της πατρίδος, όλοι είναι παρόντες εις την επιθεώρησιν, κανένας απών, τα ξεφτέρια των Αγράφων, οι σταυραετοί του Ολύμπου, τα καπλάνια του Μαυροβουνιού, τα λεοντάρια του Σουλιού, Μάνης και Μακεδονίας και τα δελφίνια της θαλάσσης, οι Νησιώτες, και οι Χριστιανοί του Δουνάβεως και Σάβα ποταμού».
Η Φιλική Εταιρεία καλλιέργησε το σπόρο του Ρήγα και ανανέωσε τον όρκο της παλιγγενεσίας οργανώνοντας την Ελληνική Επανάσταση του 1821. 
Η επανάσταση ξεκίνησε από τη Μολδοβλαχία υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και γενικεύθηκε σ όλη την Ελλάδα νησιά και Κρήτη όμως επέτυχε στη Ρούμελη, στο Μωριά και τα νησιά του Αιγαίου χάριν στη πολεμική πείρα και ιδιαίτερα στο συγχρονισμένο συντονισμό των ελληνικών δυνάμεων της Ηπείρου, της Ρούμελης, του Μωριά, των Επτανήσων και των νήσων του Αιγαίου που εκμεταλλεύτηκαν της συγκυρίες και τις αδυναμίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας  αδρανοποιώντας όλα τα πιθανά μέσα καταστολή της. Συγκεκριμένα η συγκυρία ήταν η πολιορκία του Αλή Πασά από τα σουλτανικά στρατεύματα οπού στα Γιάννενα συγκεντρώθηκαν οι τούρκικες στρατιωτικές δυνάμεις της ελληνικής επικράτειας στη χερσόνησο του Αίμου. Χαρακτηριστική αναφορά κάνει ο Λάμπρος Κουτσονίκας στη Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως:
«Το συμβούλιο των αρχηγών του Οθωμανικού στρατού εσύγκειτο από τον Ρούμελη Βαλεσή και Σερασκέρην Γκιβονόζογλου, Χουσείν Πασα εκ Παζαρτζηκίου αρχιστράτηγου, τον ΤρίκαλαΒαλεσή (Ηγεμόνα Θεσσαλίας) Μαχμούτ Πασά Δράμαλη, τον Σελενίκ Βαλεσή Σελήμ Πασσά (Θεσαλλονίκης), τον Ινεμπάχ Βαλεσή Μπαμπά Πασσά (Ναυπάκτου),τον Αγράμπεη Βαλεσή Χασσάν Πασσά Κασίμπασι(Έυβοιας), τον Κιουτάγια Βαλεσή Μεχμέτ Ρεσίτ Πασσά (Κιουτάγιας), του Γιάννια Βαδέλβινα Βαλεσή Ισμαήλ Πασσά Πασσόμπειν (ηγεμ. Ιωαννίνων και Βελδίνου), τον Ετάλια Βαλεσί Μωσαλη Αλή πασσα(Ετόλιας), τον Ισούφμπειν Σεριζλήν( τοπάρχη Σερρών), τον Αμπάζμπεη Δίβραν (Τοπάρχη Δίβρης) και τον Ομέρπμει Βρυόννην. Οι τελευταίοι ούτοι μετ’ ολίγον επροβιβάσθησαν Πασσάδες εκτός των ανωτέρων ήσαν εις το στρατόπεδον τούτο και άπαντες οι τοπάρχαι της Ευρωπαικής Τουρκίας και όλοι οι αρχηγοί της Αλβανίας, ο δε υπ’ αυτών Οθωμανικός στρατός ασύγκειτο εκ 10-30 χιλιάδων »
Έτσι λοιπόν πρώτοι οι Σουλιώτες συνεργάσθηκαν με τον Αλή Πασά ανακαταλαμβάνοντας τα χωριά τους καθώς και το οχυρό του Φαναρίου κλείνοντας τους δρόμους προς δυτική Στερεά και Πελοπόννησο απασχολώντας τα σουλτανικά στρατεύματα  που πολιορκία τον Αλή Πασά. Ενδεικτικά ο Λάμπρος Κουτσονίκας γράφει:
«Ο πολιωρκημένος Αλή Πασιάς μαθών τας καθημερινάς ταύτας νίκας των Σουλιωτών, τους οποίους πολλάκις και δια τηλεσκόπιου ιδίοις όμμασι έβλεπεν εις τας πλησίον των Ιωαννίνων γενομένας μάχας και τα Σουλτανικά στρατεύματα φεύγοντα δρομαίως όπωςελθώσι και κρύβωσιν εις το μεγάλο Στρατόπεδον των Ιωαννίνων»
Στις 15 Μαΐου του 1821 οι Σουλιώτες ήρθαν σε συνεννόηση με τους  οπλαρχηγούς Γ. Καραϊσκάκη, , Γώγο Μπακόλα, Αντρέα Ίσκο, στο Βουργαρέλι Άρτας με τους δεύτερους να καταλαμβάνουν στρατηγικά περάσματα εμποδίζοντας την προέλαση τούρκικων ασκεριών στη δυτική Στερεά δίνοντας αποφασιστική μάχη στο Σταυρό στις 4 Αυγούστου 1821.Στην Ανατολική Στερεά η νίκη του Οδυσσέα Ανδρούτσου στη Γραβιά8 Μαΐου 1821 ανέκοψε την προέλαση του Ομέρ Βρυώνη και Κιοσέ Μεχμετ  ενώ η αποφασιστική νίκη του Πανουργια, Δυοβουνιώτη και Γκούρα στα Βασιλικά 26 Αυγούστου 1821 διέλυσε το στρατό του Μπεΐράν Πασά. Τα λείψανα των Τούρκων οπισθοχώρησαν στην Λαμία γκρεμίζοντας τη γέφυρα του Σπερχειού για να ανακόψουν την αντεπίθεση των Ελλήνων. Ο Ελληνικός στόλος συνέβαλε τα μέγιστα στον Αγώνα αδρανοποιώντας τα μεταγωγικά πλοία στα λιμάνια της Μ.Ασίας και καταναυμαχώντας τον τούρκικο στόλο στη ναυμαχία της Πάτρας 20 Φεβρουαρίου 1822(οι Άγγλοι των Επτανήσων μεσολάβησαν στη διάσωση του Τουρκικού στόλου από την ολική καταστροφή). Οι στρατώνες του Οθωμανικού στρατού βρίσκονταν στην Αδριανούπολη και την Προύσα και τα άτακτα σώματα τα λεγόμενα τακγαλάκια στη Μ. Ασία, τα πασαλίκια της χερσονήσου του Αίμου ήταν στελεχωμένα από Αλβανούς μισθοφόρους τους λεγόμενους Τουρκαλβανούς κατά κύριο λόγο. Μια χερσαία εκστρατεία των Τούρκων θ αργούσε πάρα πολύ να διασχίσει την ορεινή χερσόνησο του Αίμου και θα έφτανε εξουθενωμένη και αποδεκατισμένη στο Μοριά (το γνώριζαν και το ρίσκο της απώλειας και μετατόπισης στρατευμάτων θα αδυνάτιζε τα σύνορα της Βεσσαραβίας οπού πάντα ελλόχευε  ο κίνδυνος των Ρώσων)  οπότε η πιο έγκαιρη επέμβαση μπορούσε να γίνει από τη θάλασσα πράγμα που δεν επέτρεψε ο Ελληνικός στόλος. Στο Μοριά οι Τούρκικες φρουρές κρατούσαν τα κάστρα και οι μόνες αξιόμαχες στρατιωτικές δυνάμεις τους στην ύπαιθρο συγκεντρώνονταν στην περιοχή του Λάλα και στα Μπαρδουνοχώρια  οπού είχαν τοποθετήσει αλβανικές φατρίες  από το 18ο αιώνα ώστε να ελέγχουν το πασαλίκι τους. Οι Μανιάτες εκδίωξαν τους Μπαρδουνιώτες οι οποίοι κατέφυγαν στην Τριπολιτσά όπου συμμετείχαν υπό τον αρχηγό τους Ρουμπή στις μάχες Βαλτετσίου, Βερβένων-Δολιανών και κατανικήθηκαν ενώ οι Επτανήσιοι υπό τον Ανδρέα Μεταξά και 4 κανόνια αποβιβάστηκαν στη Γλαρέντζα ενώθηκαν με τις δυνάμεις των γορτύνιων του Γεωργίου Πλαπούτα νικώντας  και διασκορπίζοντας τους Λαλαίους. (Ο Αρμοστής των Επτανήσων Τόμας Μέτλαντ, διέταξε δήμευση των περιουσιών όσων επτανησίων  πολέμησαν στον Μοριά, ποινές φυλάκισης κ.ά.). Ο κύριος όγκος των τούρκικων δυνάμεων αποκλείστηκε στο κάστρο της Τριπολιτσάς  όπου με την Άλωση της 23 Σεπτεμβρίου εδραίωσε την κυριαρχία των Ελλήνων στο Μοριά. Το μυστικό αυτής της επιτυχίας πέραν της ικανότητας των Ελλήνων ήταν η ομόνοια όπως αναφέρει ο Κολοκοτρώνης και στο λόγο του στη Πνύκα 1838 εφημερίδα «Αιών», Ιωάννης Φιλήμων :
«Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα. Άλλά δεν εβάσταξε!»
Εν κατακλείδι η επιβίωση του Ελληνικού έθνους σε χαλεπούς καιρούς και σκληρές εποχές και ο αγώνας του μέχρι να επιτύχει την ανεξαρτησία του χτίστηκε πάνω στην αυταπάρνηση  και τις έμπρακτες θυσίες αίματος των τέκνων του. Κορυφαία διπλωματική απάντηση αποτελεί  στο ερώτημα του Όρτον (Υφυπουργός Πολέμου και Αποικιών της Μ. Βρετανίας), «ποια είναι τα γεωγραφικά όρια της Ελλάδας», η απάντηση του Καποδίστρια : «Τα όρια της Ελλάδας, από τεσσάρων μεν αιώνων διεγράφησαν από δικαιώματα, τα οποία ούτε ο χρόνος, ούτε οι μεγάλες συμφορές κατόρθωσαν να διαγράψουν, διεγράφησαν δε από το 1821 με το αίμα που χύθηκε στις σφαγές των Κυδωνιών, της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρών, του Μεσολογγίου και στις πολυάριθμες ναυμαχίες και μάχες, στις οποίες δοξάστηκε το γενναίο τούτο έθνος». Σε μια εποχή που η ελληνικότητα συνυφαινόταν με το μαρτύριο διατήρησε την παράδοσή του σε κάθε ηρωική θυσία, μαρτύριο και ολοκαύτωμα κι έφτιαχνε ένα δημοτικό τραγούδι που από χείλη σε χείλη κληρονομούσε η επόμενη γενιά τοποθετώντας το στη φαρέτρα των ιδανικών της. Ηρωικές θυσίες όπως το Ζάλογγο, η Ρηνιάσα, η Αραπίτσα και του Ολύμπιου Γεωργάκη, μαρτύρια όπως το γδάρσιμο του Διονύσιου του Σκυλόσοφου και του Δασκαλογιάννη, το σπάσιμο των κοκάλων του Κατσαντώνη, ο τεμαχισμός στα 4 του Βλαχάβα, ο στραγγαλισμός του Ρήγα,ο ανασκολοπισμός του Διάκου αλλά και ολοκαυτώματα όπως της Χίου, της Νάουσας , της Σαμοθράκης, της Κάσου και των Ψαρών. Φυσικά η κορυφαία στιγμή είναι η Έξοδος του Μεσολογγίου που συντάραξε ενέπνευσε και εξιδανίκευσε τον αγώνα μας στα μάτια των  λαών και έδωσε ηχηρό ράπισμα στις Ευρωπαϊκές αυλές. Ο Κολοκοτρώνης περιέγραψε με έναν καταπληκτικό λόγο αυτή τη στάση των Ελλήνων:   «Μια φορά εβαπτίστημεν με το λάδι, βαπτιζόμεθα και μία με το αίμα δια την ελευθερίαν της πατρίδος μας.»
 

Σχόλια επισκεπτών

Προσθήκη νέου σχολίου

Plain text

  • Δεν επιτρέπονται ετικέτες HTML.
  • Αυτόματες αλλαγές γραμμών και παραγράφων.
  • Οι διευθύνσεις ιστοσελίδων και οι διευθύνσεις email μετετρέπονται σε συνδέσμους αυτόματα.
katafigio