Πως γιορτάζανε την Τυρινή και την Καθαρά Δευτέρα (Mουτζουροδευτέρα) στην Καστάνιτσα

Σάβ, 17/02/2018 - 11:18
Image

Η Κυριακή της Απόκρεω είναι η τελευταία μέρα που τρώνε κόκκινο κρέας.

Η εβδομάδα μεταξύ της Κυριακής της Απόκρεω και της Κυριακής της Τυρινής είναι οι μέρες που τρώνε ψάρι, τυρί, γάλα και αυγά.

Την Κυριακή αυτή δεν έτρωγε κανένας κρέας. Για φαγητό έφτιαχναν τα παραδοσιακά σφονδύλια (κχρατσιούνια) ζεματισμένα με ζωικό λίπος και τριμμένη μυζήθρα. Ακόμη έφτιαχναν κολοκυθόπιτα σε μεγάλη ποσότητα και την έψηναν στον φούρνο.

Την Κυριακή της Τυρινής ήταν έθιμο να συνεορτάζουν όλοι οι συγγενείς στο σπίτι του γεροντότερου συγγενή τους παίρνοντας μαζί τους και το φαγητό της ημέρας.

Μετά το φαγοπότι και σαν άρχιζε το γλέντι η νοικοκυρά του σπιτιού έβαζε στην φωτογωνιά γύρω απ’ την φωτιά το αυγό όλων των παρευρισκόμενων να ψηθεί φωνάζοντας με την σειρά τον κάτοχό του.

Κατά το ψήσιμο ανακήρυσσαν πρώτο δουλευτή της χρονιάς αυτόν που το αυγό του ίδρωνε και ψηνόταν πρώτο.
Όταν ψηνόντουσαν όλα τ’ αυγά τα καθάριζαν τους έριχναν αλάτι, λάδι και ξύδι και τα πρόσφεραν σαν πρόσθετο μεζέ.

Το αυγό του πρωστοδουλευτή το έδεναν με μια κλωστή το κρεμούσαν από το ταβάνι και το έσπρωχνε ο ένας στον άλλο να το αρπάξει με το στόμα. Όμως κανείς δεν το κατάφερνε και όλοι ξεσπούσαν στα γέλια.

Τ’ απόγευμα οι νέοι αλλά και οι ώριμοι που ήταν οι άνθρωποι του γλεντιού μεταμφιεζόντουσαν (μασκαρευόντουσαν) και γύριζαν από γειτονιά σε γειτονιά από σπίτι σε σπίτι σκορπώντας το γέλιο με τους αυτοσχεδιασμούς τους.

Στο μασκάρεμα χρησιμοποιούσαν δέρματα ζώων που αφθονούσαν τα παλιά χρόνια κέρατα, κουδούνια, παλιά γυναικεία και ανδρικά ρούχα ανάλογα με την ευρηματικότητα του καθενός.

Την Καθαρά Δευτέρα την έλεγαν Μουτζουροδευτέρα αλλά και τεντζεροκαθαρίστρια γιατί την ημέρα αυτή με την μουτζούρα των τεντζερέδων και των τηγανιών, μουντούρωνε ο ένας τον άλλον όταν άναβε το κέφι μέχρι του σημείου να γίνονται οι άνθρωποι κατάμαυροι και οι τεντζερέδες να γυαλίζουν.

Πρωί πρωί όλοι οι Καστανιτσιώτικοι φούρνοι έκαιγαν για να ψήσουν τις λαγάνες (προπύρες). Αν ο καιρός το επέτρεπε συγκροτούσαν συντροφιές από συγγενείς και φίλους και πήγαιναν στ’ αλώνια που τότε αφθονούσαν γύρω απ’ το χωριό.

Εκεί έτρωγαν τα σαρακοστιανά τους που ήταν λαγάνα, ελιές, τουρσιά, ξηροί καρποί, κι αργότερα προστέθηκε ο χαλβάς και ο ταραμάς.

Αν έκανε κρύο χόρευαν γύρω από μεγάλη φωτιά που άναβαν στη μέση στ’ αλώνι τραγουδώντας και χορεύοντας σατυρικά τραγούδια, και στίχους σατυρικούς.

Η ημέρα αυτή ξεχώριζε για το κέφι, τα γέλια και τα πειράγματα που έκανε ο ένας στον άλλο χωρίς παρεξηγήσεις.

Προσθήκη νέου σχολίου

Plain text

  • Δεν επιτρέπονται ετικέτες HTML.
  • Αυτόματες αλλαγές γραμμών και παραγράφων.
  • Οι διευθύνσεις ιστοσελίδων και οι διευθύνσεις email μετετρέπονται σε συνδέσμους αυτόματα.
katafigio